Η Αθήνα Και Τα Σπασμένα Παράθυρα

Tη δεκαετία του ’80 η πόλη της Νέας Υόρκης ήταν ένα μέρος πολύ διαφορετικό από αυτό που είναι σήμερα. Διάσημα πάρκα ήταν στέκια ναρκομανών, σιδηροδρομικοί σταθμοί ήταν καταφύγια αστέγων, η εγκληματικότητα ήταν μέρος της καθημερινότητας, η ζωή ήταν πολύ πιο ζοφερή.

Διάβασε αυτήν εδώ την περιγραφή του Der Spiegel για τη δικιά μου πόλη, τώρα. Η Νέα Υόρκη τη δεκαετία του ’80 ήταν περίπου όπως είναι το κέντρο της Αθήνας σήμερα.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όμως, κάτι άλλαξε στη Νέα Υόρκη. Το έγκλημα μειώθηκε ραγδαία και απότομα, βρώμικες συνοικίες καθάρισαν, η πόλη έγινε πιο ασφαλής σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και χωρίς να αλλάξει κάτι θεμελιώδες στην οικονομία ή να εξαλειφθεί κάποια από τις συνήθεις αιτίες της εγκληματικότητας. Στο βιβλίο “The Tipping Point” ο Μάλκολμ Γκλάντγουελ τοποθετεί το παράδειγμα της Νέας Υόρκης ανάμεσα σε άλλα παραδείγματα ριζικών, εκρηκτικών αλλαγών που πυροδοτήθηκαν από άλλες, μικρές και φαινομενικά άσχετες αλλαγές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το μόνο που χρειάστηκε ήταν η υιοθέτηση της θεωρίας των “σπασμένων παραθύρων” από την εξουσία στην πόλη.

Η θεωρία των “σπασμένων παραθύρων” υποστηρίζει πως φαινόμενα εγκατάλειψης μιας περιοχής, όπως είναι τα σπασμένα παράθυρα κτιρίων ή η συσσώρευση σκουπιδιών στους δρόμους, αναπόφευκτα οδηγούν στην επέκταση της ανομίας και την αύξηση της εγκληματικότητας. Προτείνει πως αν αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα, αν δηλαδή επιδιορθώνονται τα παράθυρα και μαζεύονται τα σκουπίδια, θα αποφευχθεί η αύξηση της εγκληματικότητας στην περιοχή. Στη δεκαετία του ’80 αυτή ήταν μόνο μια θεωρία, διατυπωμένη από τον καθηγητή του Χάρβαρντ Τζέιμς Γουίλσον, που πέθανε πριν από λίγες εβδομάδες. Στη Νέα Υόρκη έγινε πράξη.

Τα πράγματα που έγιναν εκεί ήταν πολύ συγκεκριμένα και, αν το καλοσκεφτεί κανείς, “μικρά”. Η προσπάθεια ξεκίνησε από το μετρό της πόλης, που την εποχή εκείνη ήταν ένα άθλιο πράγμα, με δύο απλές κινήσεις: Άρχισαν να σβήνουν τα γκραφίτι από τα τρένα, και άρχισαν να κυνηγάνε πιο εντατικά αυτούς που έμπαιναν χωρίς εισιτήριο. Αυτά. Δεν έκαναν κάτι άλλο, απλά έσβηναν τις μπογιές κάθε βράδυ στα αμαξοστάσια και έβαζαν περισσότερους ελεγκτές στα τρένα. Η εγκληματικότητα (κλοπές, φόνοι) μειώθηκε ακαριαία. Στη συνέχεια τέτοιου τύπου αλλαγές ακολούθησαν και στην επιφάνεια της πόλης. Η “μηδενική ανοχή” του δημάρχου Ρούντι Τζουλιάνι δεν αφορούσε μόνο ληστείες ή φόνους (σ’ αυτά πάντα υπήρχε “μηδενική ανοχή”) αλλά και τα μικροεγκλήματα που σε μια κοινωνία που βουλιάζει συνήθως περνούν απαρατήρητα γιατί “έλα μωρέ τώρα”. Όταν μειώθηκαν αυτά τα μικροεγκλήματα, όμως, αυτόματα μειώθηκαν και οι φόνοι και οι ληστείες. Ξεκινώντας από τα μικρά, σε ένα βαθμό λύθηκαν από μόνα τους και τα μεγάλα.

Γιατί τα λέω όλα αυτά.

Το κέντρο της Αθήνας έχει χαθεί. Δεν ανήκει στους πολίτες πια. Είναι γεμάτο απεγνωσμένους μετανάστες και αφιονισμένους υπερπατριώτες, σκουπίδια, σήψη, εγκατάλειψη.

(εικόνες από ένα από τα ομορφότερα μέρη της Αθήνας, κάτω απ’ την Ακρόπολη)

grafiti01

Χτες μπήκα σε ένα συρμό του ΗΣΑΠ ο οποίος ήταν καλυμμένος με γκραφίτι. Είδα ελάχιστους συνεπιβάτες να χτυπάνε εισιτήριο. (Όπως διάβασα, το κίνημα “δεν πληρώνω” κόστισε στους φορολογούμενους 17,1 εκ. ευρώ το 2011)

grafiti02

Επειδή τα πράγματα τα επόμενα χρόνια δεν θα πάνε καλύτερα στα θέματα που αποτελούν τους θεμελιώδεις παράγοντες που επηρεάζουν τη ζωή σε μια πόλη (η οικονομία δεν θα βελτιωθεί, το πρόβλημα της μετανάστευσης δεν θα λυθεί) ίσως πρέπει το (όποιο) κράτος να αρχίσει να ασχολείται λίγο με αυτά, τα μικρά. Να σβήνει τα γκραφίτι. Να πιάνει τους τσαμπατζήδες στο μετρό. Να καθαρίζει τους δημόσιους χώρους.

Η Αθήνα είναι γεμάτη σπασμένη παράθυρα. Αν δεν τα φτιάξουμε, η ζωή μας εδώ θα γίνει πολύ χειρότερη, πολύ γρήγορα.

[field name=”code”]