Ευγένιος Τριβιζάς

“Ποια είναι τα τρία σημαντικότερα πράγματα που με έχει μάθει η ζωή; Πρώτον ότι ο κόσμος είναι γεμάτος αόρατα πράσινα καγκουρό. Δεύτερον, ότι ακόμα και ο ήλιος έχει τα μελανά του στίγματα. Και τρίτον, ότι ουδέν κακόν αμιγές χειρότερου.

Η μητέρα μου ισχυρίζεται ότι πρώτα άρχισα να γράφω και μετά να μιλάω. Όταν ήμουν μωρό, έπεσε στα χέρια μου ένας παλιός τηλεφωνικός κατάλογος και ένα μολύβι Faber. Περνούσα ώρες ατέλειωτες γυρίζοντας μία μία τις σελίδες του και γεμίζοντάς τες με ορνιθοσκαλίσματα. Όταν το μολύβι σωνόταν έβαζα τα κλάματα, μου το έξυναν και συνέχιζα. Όταν κάποια στιγμή εξαντλήθηκαν όλες οι σελίδες του τηλεφωνικού καταλόγου, άρχισαν να μου αγοράζουν τετράδια και μπλοκ για να κάθομαι ήσυχος. Αυτό δεν ήταν πολύ δημιουργικό, ήταν όμως μια πρώτης τάξης προθέρμανση για τη συγγραφική ιδιότητα. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιον ότι δύο από τις πρώτες λέξεις που εκστόμισα ήταν «μπολαλά» και «μπολίλι», οι οποίες για κάποιον άγνωστο λόγο σήμαιναν «βιβλίο» και «μολύβι».

Το γράψιμο με ευχαριστεί, με εκφράζει και με συνεπαίρνει. Και αν ακόμα δεν διάβαζε κανείς τα κείμενά  μου, θα εξακολουθούσα να τα γράφω σαν να ήταν κάποιο μυστικό  ημερολόγιο, όχι των πραγματικών, αλλά των ονειρικών στιγμών της καθημερινότητας.

Το πρώτο δημιουργικό πράγμα που έγραψα ήταν μια ερωτική επιστολή στην νηπιαγωγό μου. Της έγραψα ότι θα ήθελα να με αγκαλιάζει πιο συχνά, αλλά μόνο όταν φορούσε το πρασινογάλαζο φόρεμά της.

Για περισσότερες λεπτομέρειες ως προς το περιεχόμενο  της επιστολής, απαιτείται ειδική άδεια από το Υπουργείο Παιδείας.

Τα θέματα του καλού και του κακού, της αθωότητας και της ενοχής, της παραβατικότητας και της τιμωρίας, τα οποία εξετάζει η εγκληματολογία, βρίσκουν συχνά έκφραση στα λογοτεχνικά μου κείμενα. Για παράδειγμα  το σκιάχτρο που το δικάζουν οι γαιοκτήμονες επειδή αντί να τρομάζει τα πούλια ονειρεύεται να πετάξει μαζί τους, η ο Θάνος το κολοκυθάκι που ονειρεύεται να δείρει έναν μανάβη και καταδικάζεται σε τηγάνισμα στην Φρουτοπία.

Όταν ήμουν μικρός, ήθελα να γίνω φλογεροπαίχτης με τρεις διαφορετικές φλογέρες. Όταν έπαιζα την πρώτη θα με ακολουθούσαν ζαχαροπλάστες, όταν έπαιζα την δεύτερη  θα με ακολουθούσαν πεταλουδόσαυροι, και όταν έπαιζα την τρίτη θα με έπαιρναν από πίσω όλοι οι χαρταετοί του κόσμου.

Οι άνθρωποι που με έχουν επηρεάσει περισσότερο είναι τα παιδιά και οι εγκληματίες. Τα παιδιά με τις  ερωτήσεις τους και οι εγκληματίες με τις απαντήσεις τους.

Λογοτεχνικά, οι σημαντικότερες επιρροές μου είναι οι Νορβηγικοί τηλεφωνικοί κατάλογοι, τα μενού των Κινέζικων εστιατορίων,  τα αγγελτήρια κηδειών και οι αγγλικοί κατάλογοι εταιριών παραγωγής  ελαιοχρωμάτων, με τα εκατοντάδες φανταστικά ονόματα των διαφημιζόμενων αποχρώσεων.

Όταν έκλεινα τα οκτώ μου χρόνια και γιόρταζα τα γενέθλιά μου, πέρασα τόσο καλά που ευχήθηκα να έχω κάθε μέρα γενέθλια. Η ευχή μου πραγματοποιήθηκε, αλλά μέσα σε δύο μήνες είχα γίνει 68 ετών. Από τότε προσπαθώ να κάνω όπισθεν αλλά ανεπιτυχώς.

Η παιδικότητα δεν χάνεται. Άλλοτε κρύβεται  πίσω από νοσταλγικές αναμνήσεις,  άλλοτε μασκαρεύεται σε σοβαροφάνεια και ωριμότητα και άλλοτε πάλι φυτοζωεί φοβισμένη σε κάποια παραμελημένη αλάνα του εαυτού μας. Πάντα όμως εξακολουθεί να υπάρχει και να περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να αναδυθεί και να μας διεκδικήσει.

Αν και κάπως υπερβολική, κρύβει κάποια αλήθεια η ρήση ότι οι γυναίκες είναι ως επί το πλείστον τρελές και ότι οι άντρες είναι ως επί το πλείστον  βλάκες. Και ο λόγος για τον οποίο οι γυναίκες είναι ως επί το πλείστον τρελές, είναι ότι οι άντρες είναι ως επί το πλείστον βλάκες.

Γυναικοκατακτητές που σπέρνουν παραμύθια δρέπουν επαναστάσεις.

Δεν υπάρχει συνειδητή διαδικασία για να πλάθεις νέες λέξεις. Εχτές για παράδειγμα σε μια επίσκεψή μου στο Υπουργείο Πολιτισμού, περνώντας έξω  από το Κυλικείο  μου πέρασε απ το νου η ιδέα ενός ‘Κυκλικείου’, στο οποίο συχνάζουν σοφοί οι οποίοι προσπαθούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο. Άλλοτε πάλι, διάφορα  σφάλματα που κάνω όταν γράφω κάτι βιαστικά αποδεικνύονται λίαν παραγωγικά. Το «Κουφέιτ», η χώρα των κουφέτων όπου ζούνε οι ροζ και οι γαλάζιοι κουφετάνθρωποι, που κινδυνεύουν από τους γίγαντες της γειτονικής χώρας, που τους κυνηγάνε για να τους γλείψουν, γεννήθηκε επειδή έγραψα λάθος στον υπολογιστή μου τη λέξη «Κουβέιτ». Το «εστιαγόριο», όπου οι δράκοι  τρώνε αγοράκια, επειδή έγραψα λάθος τη λέξη  «εστιατόριο» και η «Ακαναρινία», μια χώρα χωρίς καναρίνια, γεννήθηκε όταν έγραψα λάθος την «Ακαρνανία».

Οτιδήποτε δημιουργικό έχει σχέση με το παιδί υποτιμάται. Θεωρείται απλούστερο, ευκολότερο και υποδεέστερο από το αντίστοιχο για ενήλικες.

Αν υπήρχε περισσότερη φαντασία, ο κόσμος θα ήταν πλουσιότερος, ωραιότερος και συναρπαστικότερος. Θα βάφαμε τα σπίτια μας με το όγδοο χρώμα του ουράνιου τόξου,  θα βάζαμε στις βαλίτσες  μας ελαφρύδια (το αντίθετο από τα βαρίδια) για να τις κουβαλάμε πιο άνετα και θα παίζαμε τα βράδια  ποδοσφαιροφόσφωρο (ένα νυχτερινό  σπορ που παίζεται με μια μπάλα που φωσφορίζει).

Η φαντασία είναι ο προθάλαμος της καινοτομίας και το αντίπαλο δέος του κάθε κατεστημένου.

Την εποχή που έγραφα τη διδακτορική μου διατριβή στο London School of Economics, χτυπούσα με ειδικό μηχάνημα σε καρτέλες τα στοιχεία για τα είδη και τη διάρκεια των ποινών που είχαν επιβληθεί σε διάφορους εγκληματίες. Τα στοιχεία αυτά τα επεξεργαζόταν στη συνέχεια ένας τεράστιος ηλεκτρονικός υπολογιστής. Ένα πρωί, για να εξακριβώσω τη συναισθηματική ευαισθησία του υπολογιστή, αποφάσισα να τοποθετήσω ανάμεσα στις εκατοντάδες διάτρητες καρτέλες με τα στοιχεία των ποινικών κυρώσεων, μία καρτέλα στην οποία είχα χτυπήσει τις λέξεις «I Love You». Ανυπομονούσα να δω πώς θα αντιδρούσε ο υπολογιστής. Όταν πήγα να παραλάβω τα αποτελέσματα την επόμενη μέρα, αντί για την ογκώδη δέσμη των χαρτιών που με περίμεναν συνήθως, βρήκα μόνο μία σελίδα με τις λέξεις: «Άγνωστη μεταβλητή οδήγησε σε απόρριψη της σειράς των υπολογισμών».

Τι χρειάζεται για να είναι κάποιος ευτυχισμένος; Εξαρτάται. Αν είναι φακίρης, ένα κρεβάτι από μοσχοκάρφια. Αν είναι τοξότης, ένα ουράνιο τόξο. Αν είναι χρυσοθήρας,  ένα μπουκέτο χρυσάνθεμα. Αν είναι  φωτογράφος, μια αστραπή για φλας. Αν είναι φυλακισμένος, ένα προφιτερόλ με μια κρυμμένη λίμα”.